Στις αρχές Ιουλίου επισκέφθηκα την Αθήνα. Το ταξίδι ήταν στο πλαίσιο διασκέδασης που σημαίνει ότι… τη γύρισα την πόλη.
Πήγα για φαγητό, ποτό, brunch. Στα μαγαζιά. Μετακινήθηκα με τα μέσα αλλά και με ταξί. Περπάτησα. Ίδρωσα εντός, εκτός και επί τα αυτά ζώντας για λίγες μέρες σε ένα μέρος όπου η θερμοκρασία άγγιξε τους 39 βαθμούς.
Επιβίωσα; Επιβίωσα.
Ονειρεύτηκα μια πόλη πιο βιώσιμη; Ονειρεύτηκα.
Για όσους μένουν Αθήνα ή προέρχονται από μεγάλα αστικά κέντρα, η εικόνα είναι γνώριμη: κίνηση, τουρισμός, ελάχιστο πράσινο, δύσκολη πρόσβαση. Με λίγα λόγια, μιλάμε για μια πόλη που μάλλον δεν διευκολύνει τον σύγχρονο τρόπο ζωής.
Μεταξύ μας, η λέξη “βιωσιμότητα” έχει αν μη τι άλλο ταλαιπωρηθεί. Στη δημόσια σφαίρα έχει συνδεθεί με μεγάλες στρατηγικές και πράσινα masterplans, συχνά αποκομμένα από την πραγματική εμπειρία του κατοίκου.
Ωστόσο, σε πρακτικό επίπεδο, μια πόλη βιώσιμη είναι αυτή που λειτουργεί σωστά. Πώς μπορεί να εφαρμοστεί αυτό και πώς θα ήταν η Αθήνα υπό αυτές τις συνθήκες;
1. Καθαρή, ασφαλής και ισότιμη κινητικότητα
Η βιωσιμότητα ξεκινά από το πώς κινούμαστε μέσα στην πόλη, με τη μετακίνηση να γίνεται πολλαπλά προσβάσιμη: για τον πεζό, τον ποδηλάτη, τον χρήστη των ΜΜΜ και όσους εξακολουθούν να βασίζονται στο ΙΧ.
Αυτό σημαίνει:
- Επέκταση στο δίκτυο φορτιστών στην Ελλάδα, κάνοντας την ηλεκτροκίνηση πιο προσιτή από ποτέ
- Επέκταση στις γραμμές του μετρό, δίνοντας τη δυνατότητα σε όλο και περισσότερους ανθρώπους να στηριχτούν στα ΜΜΜ για τις καθημερινές τους μετακινήσεις
- Επαρκή και ασφαλή πεζοδρόμια, υποδομές για ποδήλατο ενταγμένες στο υπόλοιπο δίκτυο, λειτουργική διασύνδεση μεταξύ διαφορετικών μέσων κ.α.
Η κινητικότητα είναι η σπονδυλική στήλη της πόλης. Αν δεν λειτουργεί για όλους, η πόλη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί βιώσιμη.
2. Υγεία και ποιότητα ζωής στον πυρήνα
Ο όρος “ποιότητα ζωής” δεν είναι αφηρημένος. Μετριέται σε πρόσβαση σε καθαρό αέρα, ήσυχο περιβάλλον, καθαρό νερό, υπηρεσίες υγείας και κοινωνικές υποδομές.
Έρευνες δείχνουν ότι η κακή διαχείριση των απορριμμάτων, η ηχορύπανση και η ατμοσφαιρική ρύπανση επιβαρύνουν διαρκώς τη σωματική και ψυχική υγεία των πολιτών. Αντιθέτως, μια πραγματικά βιώσιμη πόλη παρακολουθεί και περιορίζει τους ρύπους και προσπαθεί να εξασφαλίσει καθαρό περιβάλλον για όλους.
3. Ενεργειακή απόδοση και βιώσιμο κτιριακό απόθεμα
Η πόλη που παράγει και καταναλώνει ενέργεια χωρίς μέτρο, δεν μπορεί να είναι βιώσιμη. Στην Ελλάδα, μεγάλος αριθμός δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων παραμένει ενεργειακά ανεπαρκής. Το αποτέλεσμα είναι αυξημένες εκπομπές, σπατάλη πόρων και εξάρτηση από δαπανηρά μέσα θέρμανσης και ψύξης.
Η σύγχρονη λύση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων:
- προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης σε δημόσια κτίρια και κατοικίες
- υποστήριξη για φωτοβολταϊκά σε στέγες και ενεργειακές κοινότητες
- χρήση ψυχρών υλικών και σχεδιασμό με γνώμονα το μικροκλίμα
Πόσο πιο όμορφη θα ήταν η Αθήνα έτσι;
4. Πράσινος και ανθεκτικός δημόσιος χώρος
Σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2023), η αύξηση της κάλυψης δέντρων στις πόλεις έχει σαφώς μετρήσιμα οφέλη για το μικροκλίμα και τη δημόσια υγεία. Ειδικότερα, σε αστικές περιοχές με περιορισμένη βλάστηση, η αύξηση της φυτοκάλυψης κατά μόλις 1% μπορεί να μειώσει τη θερμοκρασία έως και κατά 0,29 °C. Παράλληλα, η σκίαση από τα δέντρα μπορεί να ρίξει τη θερμοκρασία εδάφους από 4 έως και 12 °C, προσφέροντας θερμική ανακούφιση και βελτιώνοντας την αίσθηση άνεσης στον δημόσιο χώρο.
Η Αθήνα, δυστυχώς, παραμένει εξαιρετικά φτωχή σε αναλογίες πρασίνου ανά κάτοικο. Οι ελάχιστοι πνεύμονες που υπάρχουν συχνά δεν συντηρούνται, ενώ πλατείες και πεζοδρόμια σχεδιάζονται με βάση την αισθητική και όχι τις περιβαλλοντικές ανάγκες.
Πόσο καλύτερη θα ήταν η καθημερινότητά μας αν είχαμε δεντροστοιχίες σε πυκνοδομημένες περιοχές, μικρούς θύλακες πρασίνου ανά γειτονιά, αλλά και πλατείες ή πάρκα με φυσική σκίαση; Όχι άλλο μπετόν και design αστικού εξοπλισμού λοιπόν.
5. Πρόσβαση και κοινωνική ένταξη
Τέλος, και ίσως σημαντικότερο όλων, η πόλη δεν είναι βιώσιμη αν δεν είναι δίκαιη. Αν δεν μπορούν όλοι οι πολίτες να κινηθούν, να εξυπηρετηθούν και να συμμετάσχουν στην κοινωνική ζωή.
Αυτό σημαίνει:
- πλήρη προσβασιμότητα σε ΜΜΜ, δημόσιους χώρους, υπηρεσίες,
- ίσες ευκαιρίες για καθαρή ενέργεια, στέγαση και ασφάλεια σε όλες τις γειτονιές,
- μηδενική ανοχή σε αποκλεισμούς λόγω ηλικίας, φύλου, εισοδήματος ή αναπηρίας.
Η κοινωνική διάσταση της βιωσιμότητας είναι συχνά παραμελημένη – κι όμως, είναι η βάση της.
Η συζήτηση γύρω από τη βιωσιμότητα αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να συνεχίσουν οι πόλεις να λειτουργούν σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Η Αθήνα δεν ξεκινά από το μηδέν σε καμία περίπτωση – διαθέτει τεχνογνωσία, θεσμούς και πρωτοβουλίες που μπορούν να λειτουργήσουν ως βάση.
Το ζητούμενο είναι ένα: να πάψουν οι επιμέρους προσπάθειες να λειτουργούν αποσπασματικά και να ενταχθούν σε έναν κοινό, συνεκτικό σχεδιασμό. Μια πραγματικά βιώσιμη πόλη είναι αυτή που ενώνει τις τελείες, προς όφελος όχι μόνο του περιβάλλοντος, αλλά κυρίως του ανθρώπου που ζει σε αυτό.

